Άνοιξε την Εκκλησία στους νέους, την έκανε πιο προσιτή στην ελληνική κοινωνία, αντιτάχθηκε στην παγκοσμιοποίηση και με το πλούσιο έργο του θα μείνει αείμνηστος ως ο Αρχιεπίσκοπος που αγαπήθηκε όσο κανείς.
«Ο λαός μας χόρτασε από τα μεγάλα λόγια, ο λαός μας χόρτασε από τις υποσχέσεις, ο λαός μας χόρτασε από τους εκμεταλλευτές. Τους εκμεταλλευτές είτε της δικής του αμέλειας είτε της δικής του αφέλειας, ή τους εκμεταλλευτές της δικής του οξύνοιας. Σήμερα ο λαός θέλει αγωνιστές, ο λαός θέλει ομολογητές, ο λαός θέλει ανθρώπους που παίρνουν τη σημαία των ιδανικών, του Χριστού και την ανυψώνουν». Πόσο επίκαιρα είναι αυτά τα λόγια. Κι ας είχαν βγει από τα χείλη του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου μόλις τον Ιούνιο του 1999, σε μια εποχή που η Ελλάδα ζούσε μέσα στην ευημερία και τον πλούτο...
Αλλά έτσι ήταν πάντα ο Χριστόδουλος. Έλεγε αυτά που δεν περίμενε κανείς. Είτε ένα αναπάντεχο αστείο, είτε μια ριζοσπαστική προτροπή, είτε ένα σχόλιο με πολιτική σημασία. Πράγματα που δεν άκουγες από άλλους ηγέτες της Εκκλησίας.Πράγματα που την έφερναν πιο κοντά στην κοινωνία, που άνοιγαν την πόρτα της ακόμη και σε ανθρώπους που δεν τους συγκινούσε η θρησκεία.
Η επικοινωνία με το λαό, βέβαια, ήταν μόνο ένα από τα χαρίσματά του. Ήταν και τόσα άλλα, αρκετά για να κάνουν το θάνατό του, ακριβώς 5 χρόνια πριν από σήμερα, ένα γεγονός που το θρήνησε όλη η Ελλάδα.
«Εσείς τι θέλετε να είσθε; Κρέας ή κιμάς; Οι ξένοι θέλουν να μας κάνουν κιμά, ενώ το κρέας είναι στέρεο πράγμα». Άλλη μια περίφημη φράση του, από το 2002 αυτή. Πόσο επίκαιρη επίσης. Σε όλη την δεκαετία της θητείας του στον υψηλότερο βαθμό της ελλαδικής εκκλησίας δεν σταμάτησε ποτέ να παρεμβαίνει στα κοινά, να στηλιτεύει τα κακώς κείμενα και να αναδεικνύει τα σωστά. Δεν σταμάτησε ποτέ να δίνει αγώνες.
Για έναν τέτοιο αγώνα, άλλωστε, έγινε περισσότερο γνωστός. Για τη μάχη του με τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη για το θέμα των ταυτοτήτων. Στις 16 Μαΐου 2000 η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έκρινε ότι το θρήσκευμα πρέπει να απαλειφθεί από τις ταυτότητες. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αντιτάχθηκε σθεναρά σχολιάζοντας χαρακτηριστικά ότι αυτή η απόφαση είναι εντολή «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες». Το 2001, μετά από δύο πολυπληθή συλλαλητήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τον περασμένο χρόνο, η Εκκλησία μαζεύει 3 εκατομμύρια υπογραφές, τις οποίες ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος παρέδωσε στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο.
Το κοσμικό όνομα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλου ήταν Χρήστος Παρασκευαΐδης. Γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου του 1939 στην Ξάνθη και σπούδασε Νομικά και Θεολογία. Έκανε διδακτορικό στη Θεολογία, ενώ μιλούσε καλά τέσσερις ξένες γλώσσες: γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά και γερμανικά. Δεν ήταν ένας συνηθισμένος ιερωμένος, δηλαδή. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1961 και πρεσβύτερος το 1965.
Υπήρξε ιεροκήρυκας στο ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Φαλήρου για εννιά χρόνια, ενώ διετέλεσε επί επτά χρόνια γραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Ήταν μόλις 35 ετών, το 1974, όταν εξελέγη μητροπολίτης Δημητριάδος. Μέχρι το 1998, όταν και αναχώρησε επειδή εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αθηνών, παρουσίασε αξιοσημείωτο έργο στη Μητρόπολη Δημητριάδος, κάτι που τον έκανε γρήγορα έναν από τους πιο δημοφιλείς ιερωμένους στην Ελλάδα. Πήρε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό, συνέγραψε πλήθος επιστημονικών κειμένων, αρθρογραφούσε συχνά, όχι μόνο στον εκκλησιαστικό Τύπο, αλλά και σε εφημερίδες.
Όταν το 1998 εκοιμήθη ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, που βρισκόταν στη θέση αυτή από το 1974, ο Χριστόδουλος ήταν συνυποψήφιος με τον σημερινό Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και με τον Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμο. Η επιλογή του Χριστόδουλου έκανε αμέσως αίσθηση, αφού ήταν εντελώς διαφορετικός χαρακτήρας από τον συνήθως απρόσιτο Σεραφείμ. Από τον πρώτο κιόλας καιρό τόλμησε να μιλήσει ανοικτά στη νεολαία, καλώντας την να έλθει στην Εκκλησία «ακόμα και με το σκουλαρίκι». Ενώ, όταν η τηλεόραση έπαιξε τη δήλωση ενός νέου σε μια καφετέρια, που είπε «εγώ τον Χριστόδουλο τον πάω», ο Αρχιεπίσκοπος δεν δίστασε να απαντήσει με το περίφημο: «κι εγώ σας πάω».
Εκτός από το άνοιγμά του στη νεολαία, ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αναφερόταν πολύ συχνά στα δεινά της παγκοσμιοποίησης. Μερικά από τα πιο γνωστά του αποφθέγματα, που έχουν γράψει ιστορία είναι τα εξής:
«Η παγκοσμιοποίηση επιδιώκει να μας κάνει χυλό, σούπα, πρόβατα ή μάλλον γαλοπούλες, ώστε κάποιος να μας καθοδηγεί με το καλάμι».
«Αν σήμερα απαγορευτεί η μαντίλα, αύριο θα απαγορεύσουν στις γυναίκες των χριστιανών να φέρουν τον σταυρό. Εγώ θέλω να πάει το παιδί μου στο σχολείο ντυμένος τσολιάς. Ετσι μ' αρέσει και έτσι θα το κάνω. Ποιος θα μου το απαγορεύσει»;
«Το υπέροχο τρίπτυχο Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια. Αυτά τα τρία μοιάζουν με πανίερες εικόνες και οι βάρβαροι εικονοκλάστες του καιρού μας στρέφουν εναντίον τους όλην τους τη μανία και τη λύσσα και τις πολεμούν».
Αλλά το έργο του, όπως σημειώσαμε και νωρίτερα, δεν ήταν μόνο επικοινωνιακό. Κατά την διάρκεια της θητείας του έλαβε, μεταξύ άλλων, και τις ακόλουθες πρωτοβουλίες:
Ίδρυσε γραφείο αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στην UNESCO, καθώς και ειδική Συνοδική Επιτροπή παρακολούθησης Ευρωπαϊκών Θεμάτων.
Συνέστησε το Ίδρυμα Ψυχοκοινωνικής Αγωγής και Στήριξης "Διακονία" για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων με έμφαση στους τοξικομανείς, ενώ παρείχε και κέντρο πρόληψης.
Ίδρυσε τη "Στέγη Μητέρας" για τη στήριξη ανύπανδρων μητέρων και κακοποιημένων γυναικών.
Ίδρυσε το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας (ΚΕ.Σ.Ο.) για τη μέριμνα για τα θύματα εμπορίας και παράνομης διακίνησης προσώπων.
Δημιούργησε αλυσίδα βρεφονηπιακών σταθμών για την στήριξη απόρων και πολύτεκνων οικογενειών.
Ανέπτυξε το Γραφείο Νεότητας με κατασκηνώσεις, αθλητικές δραστηριότητες, ραδιόφωνο, φοιτητικές συνάξεις, σχολές βυζαντινής μουσικής, συνάξεις και άλλα.
Ίδρυσε την Αλληλεγγύη, μία μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τον Ιούνιο του 2007 έγινε γνωστό ότι ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου. Χειρουργήθηκε με επιτυχία, αλλά ο καρκίνος πρόλαβε να κάνει μετάσταση στο συκώτι του. Στις 28 Ιανουαρίου του 2008 στις 5:15 το πρωί άφησε τη τελευταία του πνοή σε ηλικία 69 ετών. Απεβίωσε στην οικία του, όπως ο ίδιος είχε ζητήσει. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας η σορός του μεταφέρθηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας για λαϊκό προσκύνημα.
Στο τελευταίο του δημόσιο μήνυμα, την πρωτοχρονιά του 2008, άφησε την παρακαταθήκη του, γνωρίζοντας πια πως το τέλος του ήταν κοντά: «Σταθείτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις σας και μη ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια μας. Διδάξτε στα παιδιά σας την αλήθεια, όπως την εβίωσαν οι αείμνηστοι Πατέρες μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ' επανάληψιν αποδείξει. Και θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και Ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό,τι έχουμε χάσει, για να υπερασπισθούμε ό,τι κινδυνεύει».
newsbomb
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου