Οποιοι νομίζουν ότι η Ελλάδα απέχει πολύ από το (να γίνει) Πακιστάν ή να μας την πέσει ο στρατός του Ισλάμ και να αποκεφαλίζει Ελληνίδες στην πλατεία Κολωνακίου κάνουν λάθος.
Το βαθιά διεφθαρμένο πολιτικό προσωπικό της χώρας καλείται έστω και την τελευταία στιγμή να εγκαταλείψει τους πολιτικούς τραμπουκισμούς, να χαμηλώσει τους τόνους και να προσπαθήσει να σώσει τη χώρα.
Ας σκεφθούν, όσοι από τους διεφθαρμένους πολιτικούς και επιχειρηματίες έχουν την επιλογή να μετοικήσουν στο εξωτερικό και να ζήσουν με τα κλεμμένα, πώς κάποιο μέλος της οικογένειάς του-ς ακόμη κι ένας παππούς ή γιαγιά σε βαθιά γεράματα -θα μείνει πίσω αναγκαστικά.
Αρα και το τομάρι τους να σώσουν δεν θα είναι αρκετό-όσο αμοραλιστές κι αν είναι οι ίδιοι.
Πρέπει όλοι τους να σταματήσουν, εδώ και τώρα, τους πολιτικούς τραμπουκισμούς και να επιστρέψουν σ΄ αυτή τη χώρα ένα μικρό τίμημα από όλα όσα εκείνη τους προσέφερε.
Τι θα ήταν ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο ΓΑΠ, ο Τσίπρας εάν αυτή η πατρίδα, η Κολομβία των Βαλκανίων, δεν τους έδινε την δυνατότητα να αναδειχθούν;
Ε, λοιπόν γι΄ αυτή την πατρίδα ας αφήσουν για λίγο παράμερα τον πολιτικό τους εγωισμό. Δεν έχουν δικαίωμα να πετάξουν στα σκουπίδια τις θυσίες και το αίμα τόσων μνημονιακών χρόνων για χάρη του εφήμερου εγωισμού τους.
Θα περιμέναμε από τον πολιτικά πανούργο, παμπόνηρο και πανέξυπνο Βενιζέλο να αντιληφθεί την σημασία που έχει η αναγνώρισή σου από την Ιστορία.
Ειδικά ο ίδιος που κουβαλάει ένα ιστορικό επώνυμο. Ο σημερινός πολιτικός τους εγωισμός αφήνει αδιάφορη την Ιστορία-δεν είναι παρά μια κουκίδα στην αιωνιότητα. Ο άθλος όμως της διάσωσης και αλλαγής πορείας σε μια χώρα που κατευθύνεται στα βράχια, θα έχει από την Ιστορία την θέση που του αξίζει.
Πιστεύουμε πως πιο σημαντικό και από μια κυβέρνηση εθνικού σκοπού είναι ένα εθνικό πρόγραμμα αναγέννησης της χώρας. Καθείστε κάτω και κάντε το-βάλτε όλοι πλάτη χωρίς μικροκομματικά συμφέροντα. Κρατήστε τις κόντρες για το  ποιος θα το εφαρμόσει πιο αποτελεσματικά.
Εάν υπήρχε  εθνικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, στις βασικές αρχές του οποίου θα συμφωνούσαν και θα τις εφάρμοζαν όλα τα κόμματα, οι εκλογές και τα δημοψηφίσματα που ενισχύουν την Δημοκρατία δεν θα τρόμαζαν ούτε τούς μέσα ούτε τους έξω.
Οσο για την Μαρία Δαμανάκη, η οποία σύμφωνα με ξένα δημοσιεύματα αποτελεί την από μηχανή θεά του Σαμαρά, το μόνο που θα καταφέρουν είναι να γελοιοποιήσουν ακόμη περισσότερο το φαιδρό εγχώριο πολιτικό προσωπικό. Και στο κάτω κάτω ο ταλαίπωρος Δήμας δεν μπορεί να πεταχθεί σαν στημένη λεμονόκουπα από έναν πρωθυπουργό που υποστήριζε κατ΄ επανάληψη ότι ο Δήμας θα είναι παρόν και στις 3 ψηφοφορίες.
Μην υπονομεύετε άλλο την αξιοπιστία σας- δεν βλέπετε ότι κινδυνεύουμε με αφανισμό σ΄αυτή εδώ την κολασμένη γωνιά της γης;
Μην ανάβετε το σπίρτο.

Η ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΟΛΟΤΟΥΜΠΑΣ

Ένα παλαιότερο άρθρο που βρήκαμε εδώ περιέγραφε ως εξής της πορεία της Φωνής του Πολυτεχνείου.

Η Μαρία Δαμανάκη θα μπορούσε να είναι ιστορικό πρόσωπο για την ελληνική κοινωνία, προτού κλείσει τα πενήντα της χρόνια. Κατέληξε να είναι ένα αποχυμωμένο πολιτικό πρόσωπο που περιφέρει την αγωνία του για εξουσία, χειροκροτώντας τον Γιώργο Παπανδρέου στο πιο κωμικοτραγικό συνέδριο κόμματος της Μεταπολίτευσης.
Ξεκίνησε, στο τέλος της επταετούς δικτατορίας, με τους καλύτερους οιωνούς. Ηταν μια νέα κοπέλα, δροσερή, μορφωμένη, που της έλαχε να είναι η Φωνή του Πολυτεχνείου, πρωταγωνίστρια σε μια κορυφαία συμβολική στιγμή της νεότερης ιστορίας, σε μια στιγμή που ξέπλυνε την υποταγή και την αδιαφορία, και δόξασε την αιώνια νιότη.

Την ώρα της Μεταπολίτευσης, τα είχε όλα: αριστερή ένταξη, νιάτα, δάφνες Πολυτεχνείου. Εφερνε το ορμητικό μέλλον σε μια μια πολιτική σκηνή γερασμένη, φορτωμένη παλιές αμαρτίες. Η Μαρία Δαμανάκη το 1977 κατάφερε να είναι η νεότερη βουλευτής εκλεγμένη με ένα κόμμα γερόντων, το ΚΚΕ.
Στα 25 της, η ΜΔ έλαμπε ανάμεσα στα γερόντια του Πολίτ Μπιρό του ΚΚΕ, ανθρώπους που είχαν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα κατά τις πολύχρονες διώξεις και υπερορίες. Ωστόσο, η σκέψη που υπερίσχυε φαίνεται ότι ήταν των γερόντων της υπερορίας. Οι νεότερες γενιές, της αντιδικτατορική Πανσπουδαστικής και της μεταπολιτευτικής ΚΝΕ, δεν κάτεφεραν να διεμβολίσουν τον κυρίαρχο λόγο των σταλινομπρεζνιεφικών γερόντων. Απεναντίας, πήραν από αυτούς τον αστείρευτο τακτικισμό και την ασίγαστη δίψα για power game. O λόγος της 25χρονης Μαρίας δεν διαφοροποιήθηκε ουσιωδώς, ούτε καν λεκτικά, από τον ξύλινο λόγο των δογματικών του ΚΚΕ. Η νεαρή πολιτικός, μαζί με τους ομηλίκους συντρόφους της, ζέσταινε την απηρχαιωμένη κομματική φωλιά και παπαγάλιζε στερεότυπα στην «εργατική τάξη», την ώρα που η κοινωνία των μη προνομιούχων, ποτάμι πραγματικό και ένυλο, μετατοπιζόταν θεαματικά προς τη σοσιαλίζουσα επαγγελία του δημαγωγού Ανδρέα Παπανδρέου.

Η Μαρία χόρτασε κανάκεμα και χειραγώγηση από τους γέροντες, εξελέγη βουλευτής στη δύσκολη Β’ Αθηνών σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις και το 1989 ήταν παρούσα στη μεταλλαγή: στη συγκρότηση του Συνασπισμού. Τότε, οι «νέοι» του ΚΚΕ επεχείρησαν την πιο οργανωμένη ανταρσία τους, την ανανέωση του υπέργηρου μηχανισμού και το άνοιγμα πέρα από τα τείχη του Περισσού. Ηταν η «ώρα της Αριστεράς», σύμφωνα με το τότε σύνθημα. Με μια διαφορά: μετά τα πασοκικά ’80s, η Αριστερά δεν ήταν ίδια… Ηταν λεηλατημένη από το εγχώριο ΠΑΣΟΚ και την παγκόσμια ιστορία, που τότε γκρέμιζε τον υπαρκτό σοσιαλισμό και το μεταπολεμικό status. Ο καθ’ ημάς μίνι ιστορικός συμβιβασμός έγινε με τεράστια καθυστέρηση και ερήμην των μαζών.
Η ΜΔ έζησε το ’89 του Ειδικού Δικαστηρίου και τη συγκυβέρνηση και έμεινε στον «μικρό» Συνασπισμό μετά την έντρομη αναδίπλωση του ΚΚΕ και την αποχώρησή του από τα γυμνάσια εξουσίας. Το 1991 είναι η κορυφαία στιγμή της πολιτικής της καριέρας: Εκλέγεται πρόεδρος του Συνασπισμού, στα 39 της χρόνια. Από τη θέση αυτή οδηγεί ένα κόμμα με ισχυρές φυγόκεντρες τάσεις και θολή φυσιογνωμία στις εκλογές του 1993, και ο Συν ηττάται, μένει εκτός βουλής. Δεν έπεισε, κι επιπλέον έπρεπε να πληρώσει το «βρώμικο ?89». Η πρόεδρος, υπό το βάρος της αποτυχίας, παραιτείται. Λίγο αργότερα θα είναι υποψήφια δήμαρχος της Αριστεράς στην Αθήνα και θα επανεκλεγεί βουλευτής το 1996.
Εκλεγμένη με τον Συνασπισμό, μπαίνει στην εποχή Σημίτη, στην εποχή του εκσυγχρονισμού και της Ισχυρής Ελλάδας, και τότε αρχίζει εκ μέρους της το διαρκές φλερτ με το ΠΑΣΟΚ…
Η ορατή μεταστροφή της ΜΔ προς την εξουσία αρχίζει τότε, ωστόσο άνθρωποι που τη γνωρίζουν από παλιά παρατηρούν ότι η ωφελιμοθηρία και η ιδιοτέλεια πρυτάνευαν πάντα στις πολιτικές της επιλογές, αποτελούσαν το σταθερό υπέδαφος επί του οποίου χτιζόταν ο στερεότυπος λόγος περί συμμετοχής, ευθύνης και πρότασης εξουσίας της Αριστεράς.Η μεταμόρφωση της πρώην χαριτόβρυτης σταλινοπούλας σε ντάμα της κεντροαριστεράς συντέλεσθηκε το 1998, όταν κατέβηκε κοινή υποψήφια του ΠΑΣΟΚ και του Συν, εναντίον του «Κύριου Τίποτε» Δ. Αβραμόπουλου στο δήμο Αθηναίων. Αποτέλεσμα: Η κεντροαριστερή ντάμα με τα Αρμάνι και τον νεφελώδη πολτικό λόγο συνετρίβη από το κεντροδεξιό μπλέιζερ που δεν έλεγε απολύτως τίποτε…
Η ήττα αυτή, αντί να την οδηγήσει να σκεφτεί γιατί δεν την ψήφισαν ούτε οι αριστεροί ούτε οι κεντρώοι του ΠΑΣΟΚ, οδήγησε τη ΜΔ ακόμη πιο μακριά από τον Συνασπισμό. Στις εκλογές του 2000, η Μαρία Δαμανάκη εκλέγεται με την προσωπική της ακτινοβολία, διαφωνώντας στρατηγικά με το κόμμα της και υποστηρίζοντας τη συμμαχία με το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ…


Επιστροφή της ανεύρετης πολιτικής
Πριν από δύο χρόνια, η έμπειρη Μαρία Δαμανάκη, βουλευτής από το 1977, μητέρα τριών παιδιών, με τρεις γάμους, υποστήριξε με βιβλίο της την «Επιστροφή της πολιτικής». Παρόμοια πράγματα εξακολουθεί να λέει σήμερα, που βρήκε τον προορισμό της: τη δια βοής δημοκρατία του Γιώργου Παπανδρέου. Οταν κάλεσε τους φίλους της προσφάτως για να συστρατευθούν υπέρ Παπανδρέου, μίλησε και πάλι για την «επιστροφή της πολιτικής», προσθέτοντας φρέσκα αρτύματα περί «αλλαγής σκηνικού» και «Νέας ευρύτερης Δημοκρατικής Παράταξης» απ” όπου «δεν μπορούμε να απουσιάζουμε». Λείπει οποιαδήποτε αναφορά στην Αριστερά, έστω λεκτική. Υπάρχει μόνο μία, όταν η Αριστερά ονομάζεται «Ευρύτερη Αριστερά της συμμετοχής και της ευθύνης», ακριβώς στο γλωσσικό ιδίωμα του ευρέως και correct και αορίστως δημοκρατικού Γ. Α. Παπανδρέου.
Επιστροφή στην πολιτική, λοιπόν, με συμμετοχή και ευθύνη… Αλλά επειδή η ΜΔ βρίσκεται στο προσκήνιο της πολιτικής περίπου τριάντα χρόνια, αναρωτιόμαστε: Αν η πολιτική παρήκμασε και «έφυγε», όλα αυτά τα χρόνια, η ίδια δεν έχει ευθύνη; Δεν ήταν κορυφαία σε τρία κόμματα, και μάλιστα κόμματα αρχών, κόμματα ιδεών, προτού καταλήξει στην ευρύτερη παράταξη του ελέω ονόματος ηγέτη;
Τα κοινότοπα correct της Μαρίας Δαμανάκη περί επανεύρεσης μιας Ευρύτερης Αχρωμης Αριστεράς και μιας Ευρύτατης Ξεβαμμένης Πολιτικής, ακούγονται ελάχιστα πειστικά, μάλλον μελαγχολικά. Ποιον ενδιαφέρει η αγωνία της κ. Δαμανάκη να υπάρξει πολιτικά, εν εξουσία, για τα επόμενα χρόνια; Σε ποια κοινωνικά υποκείμενα απευθύνεται και ως τι; Ως φωνή του Πολυτεχνείου, ως ζώσα συνείδηση της παλαιάς αριστεράς, ως φωνή της αναδυόμενης νέας αριστεράς; Ή απλώς σαν επαγγελματίας διαχειριστής που νοιάζεται μόνο για το μέλλον του; Φαίνεται ότι το μόνο που την απασχολεί είναι να παραμείνει στη θαλπωρή της εξουσίας, με κάθε τρόπο.
Στη σημερινή πολιτική σκηνή πρωταγωνιστούν και άλλα στελέχη της γενιάς του Πολυτεχνείου, σαν την ΜΔ· καμπόσοι είναι υπουργοί, ή και μόνιμοι υπουργοί. Για τους περισσότερους η πολιτική ή το υπουργιλίκι είναι το μόνο τους επάγγελμα. Δεν πρόλαβαν να μάθουν τίποτε άλλο. Δεν πρόλαβαν επίσης, και δεν θέλησαν, να διευρύνουν τον πνευματικό και ιστορικό τους ορίζοντα, δεν μπόρεσαν να κάνουν τέχνη την πολιτική. H πολιτική είναι γι’ αυτούς συντεχνιακό προνόμιο· το κέρδισαν προσκομίζοντας στους γέροντες μάστορες ως πειστήριο τη μυητήρια τελετή της νιότης τους, το Πολυτεχνείο και την κομματική ένταξη. Aυτό το συντεχνιακό προνόμιο, το επάγγελμα, προασπίζονται κάθε τόσο μιλώντας για εκσυγχρονισμό όσοι γέρασαν μαζί με τη συντεχνία τους. Και δεν είναι αναγκαία πια η καταγωγή από κάποια Αριστερά… Προέχει η λύσσα να παραμείνεις στο σινάφι και στο προσκήνιο.
Mε αυτή την έννοια, η Μαρία Δαμανάκη αισθάνεται ταυτισμένη και αλληλέγγυα με τον «συμμετοχή στο χαμόγελο» Γ. Παπανδρέου, με τον απίθανο Δ. Aβραμόπουλο, τον Κ. Λαλιώτη (ομόαιμο Πολυτεχνείου), τον «Σαμίνα» Χρ. Παπουτσή. Eίναι οι συνάδελφοι της, το σινάφι της. Oι ιδέες, οι θέσεις, οι αποχρώσεις, το τι αντιπροσωπεύει ο καθείς, όλα πάνε σε δεύτερη μοίρα. Tο προέχον είναι η συντήρηση και η αναπαραγωγή του επαγγελματικού κλάδου.
Η ίδια η Μαρία Δαμανάκη σήμερα δεν εκπροσωπεί τίποτε, κοινωνικά και συμβολικά· κανένα κοινωνικό στρώμα, κανένα πνευματικό μόρφωμα. Εμφράζει την προσωπική της αγωνία να υπάρξει οπωσδήποτε, και την αγωνία ολόκληρης της τάξης επαγγελματιών πολιτικών που πασχίζουν να κρατηθούν στη ράχη του νέου κύματος, στη ράχη της δημοκρατίας της βοής και των δημοψηφισμάτων.